Nu bois flotte - Lucien Clergue |
Είπα ναι σε όλα. Όταν όμως καλή μου με ρώτησες αν θα σε αγαπάω για πάντα, δεν με άφησες να απαντήσω.Η κάμερα σου έκανε ένα κοντινό στα όμορφα τα μάτια σου, αποσιωπώντας την δίχως αξιώσεις απάντηση που δεν είχες σκοπό να δώσεις. Ήμασταν μια συγκινητικά φορτισμένη παρέα, άγνωστοι διάφοροι μαζεμένοι σε κάτι σαν αποχαιρετιστήρια συγκέντρωση. Μου έδωσαν ένα δώρο για εσένα κι εγώ το άνοιξα. Χαμογέλασα αδιόρατα και συγκαταβατικά ως νέος αρχηγός, έβγαλα τη σακούλα με το ρύζι από το κουτί, την σήκωσα ψηλά και το σκόρπισα αργά στο ξύλινο πάτωμα. Μια ψηλόλιγνη κοπέλα με Ελληνική φτιαξιά στέκεται πιο κει, με ανώνυμα και, μέσα στην απλοσύνη τους, σχεδόν ανέκφραστα ανοιχτόχρωμα μάτια, μια λεπτή κλαρωτή φούστα δυο δάκτυλα κάτω από το γόνατο φοράει και κοντό άσπρο αμάνικο αεράτο πουκαμισάκι, τα μαλλιά της τραβηγμένα πίσω σε μια αγριεμένη καφετιά θάλασσα με άσπρο λάστιχο πιασμένα, αέρινες κι απέριττες οι κινήσεις της και αθώα η ντόπια περιέργεια της για ότι είναι γύρω της, σίγουρη κόρη παλιάς κι ονομαστής φαμίλιας που όλοι σέβονται. Το πλακόστρωτο μαζί το κατεβαίνουμε κι αυτή κοιτά μέσα απ τις νιόχτισες καγκελόπορτες ενός φορτισμένου χωριού, μιλάει με φίλες της για πράγματα με νόημα ακατάληπτο, σινιάλο ή κάλυψη, περπατά στην παραλία και σε μια βολικά κατηφορική αμμουδιά με τραβάει αντρίκια από το χέρι και μου λέει: _ Να, εδώ καλά είναι και με το άλλο χέρι πλαγιάζει το φουστάνι από πίσω για να κάτσει κι εγώ της λέω: _ Πάμε πιο κάτω, πάμε στη σπηλιά της φώκιας, δέκα λεπτά θα κάνουμε κι εκείνη, ακίνητη κόντρα στον βοριά, κοιτάζει σιωπηλή ένα μοναχικό σπιτάκι δέκα δρασκελιές πιο κάτω στο δρόμο κι εγώ μονολογώ και λέω πως μπορεί να είμαι από δω, αλλά άλλο τόσο δεν είμαι, αυτή ξέρει τα κόλπα και αυτή πρέπει να με μάθει.
I saw betrayal upfront. It does happened already. Feels like happening since start. I am neither sad nor guilty. I was larking ahead and I saw it coming in an early dream. Yet, new became rare and turned precious! I'm in it for the game, it said!
Έχω δίκιο; Άστο να πάει! Ότι και να πω θα είναι μικρά ή μεγάλα λόγια, τα αποτελέσματά τους μπροστά μου θα τα βρω έτσι κι αλλιώς όταν θα χρειαστεί να τα ερμηνεύσω. Να με απαλλάξω θέλω από μίζερες διαδικασίες ώστε να 'χω περισσότερο χρόνο. Σταδιακά μα σταθερά θα με ξεχάσω στο φινάλε, κουρασμένος αισθάνομαι έξαφνα, ίσως και να 'χω δίκιο τελικά. Όλα τα χρόνια της πρότερης ζωής μου γίνηκαν βουνό, αν ανεβώ θα ζαλιστώ, αν κατεβώ θα πέσω. Πιέζομαι να συγκεντρωθώ σε πράξεις που πρέπει να υλοποιήσω τώρα, για να εξακολουθήσω να μπορώ να τις πράττω σαν πράξεις που δεν θα έπρεπε να πράξω αύριο. Κάνω επίσκεψη στην τουαλέτα της φύσης να ξαλαφρώσω και να κινηθώ. Καρφώνω την καρδιά ενός μελάτου αυγού με την μύτη ενός σπασμένου στυλό μετά από ένα γερο κυνηγητό μέσα από στοίβες κουλουριασμένα σύρματα. Το αυγό είναι η μάνα επτά αδερφών, τεσσάρων κοριτσιών και τριών αγοριών μιας τσιγγάνικης φαμίλιας, της οποίας είμαι ο μεγαλύτερος γιος και ταυτόχρονα ο πατέρας και πρέπει να την σκοτώσω γιατί πριν με είχε σκοτώσει αυτή, εμένα, τον πατέρα μας και άντρα της, βάζοντας μας τρικλοποδιά και αφήνοντας μας να πνιγούμε στη νερουλή λάσπη, την ώρα που παρακολουθούσαμε όλοι σαν οικογένεια έναν αγώνα junior moto cross. Heeellooo! Is anybody in there? Τύφλα να 'χει ο Dante και μαζί όλη η κόλαση του!
Στο παλιό το σπίτι στο νησί κάθομαι σε μια καρέκλα, προσπαθώντας να θυμηθώ πως ήταν η ζωή όταν ακόμα υπήρχε. Φορώ τα κόκκινα δερμάτινα παπουτσάκια μου, το μεταξωτό bleu-noir πουκαμισάκι μου με τα Γιαννιώτικα ασημένια κουμπάκια, ένα designer's beige σαλβάρι, κρεμάω σταυρωτά την sand μπανάνα μου και φεύγω τροχαδάκι για το λιμανάκι που δεν είναι κανένα από τα λιμανάκια του νησιού που ξέρω. Δυο αδερφούλες γένους θηλυκού ζητούν να ανταλλάξουμε ένα από τα Κιρέτσιλερ τσιγάρα μου με ένα από τα δικά τους, που έμοιαζαν όμως πολύ με ασύμμετρα κακοπλασμένα κριτσίνια και, πάνω που πάω να φάω ένα, ήταν η ώρα επτά το πρωί και με είχε πιάσει ένα αλλόκοτο χάχανο. Τι πίνω καλέ και δεν μου δίνω; Και να ήταν μονάχα αυτά; Γυρνοβολάω σε όλα τα Ελληνικά live, τα πανηγύρια, είμαι ο floor-stage manager κι ο sound engineer μαζί, τα έχω όλα γραμμένα και μου το ανταποδίδουν δεόντως. Την ίδια στιγμή ο αποκωδικοποιητής μου δεν μετατρέπει το video clipάκι μου απο MP4 σε MP2, μου έρχεται να χώσω αυτά που έχω και δεν έχω σε κάποιο τρελό computerοειδές και να καταργήσω όλα τα υπόλοιπα, θέλω πίσω τον χειμώνα μου, η υγρασία με την κάψα χορεύουν πάνω μου τον χορό των ροζ ελεφάντων και η κλιμακωτή μου κλιμακτήριος μοιάζει σαν το "the horror - the horror" του Brando. Κατά τα άλλα, τι κάνω; Καλά είμαι; Αν δεν πάω Jamaica φέτος θα είμαι ασυγχώρητος! Σκάω βιαστικά ένα χαμόγελο να ξέρω ότι ζω και μου στέλνω στο πρακτορείο κι άλλα νερουλιαστά κολοκυθάκια και καρότα, από αυτά που έφαγαν όλοι χτες και σήμερα και πάντα. Να ξέρω! Αν είμαι λαλημένος, τότε ζω κι εγώ ματάκια μου!
Μετά από αλλεπάλληλα ανκόρ, υποκλίνομαι με πονεμένη μέση, η αυλαία έπεσε, τα φώτα έκλεισαν, το κυλικείο στέρεψε, φτάνει πια, πηγαίνετε παρακαλούμε, αφήστε την πόρτα μισάνοιχτη φεύγοντας, δεν ανησυχείτε, δεν δραπετεύει κανείς μας, ο τελευταίος θα κλείσει την πόρτα πίσω μας για σας, δεν έχει κανένα νόημα πλέον άλλη μια επανάληψη του έργου, εδώ ήρθατε, άιντε να φεύγετε, όπως κάποιος τρανός - δικός σας - είπε μόλις χτες πως το σενάριο αυτό δεν αξίζει πια ούτε το χαρτί που γράφτηκε πάνω του, δεκαετίες τώρα βλέπετε και ξαναβλέπετε το ίδιο έργο, χρόνια τώρα παρακολουθείτε ζωντανά την εξέλιξη της κατάργησης και όλοι μας, κι εσείς κι εμείς, γνωρίζουμε, χρόνια τώρα παρακολουθούμε ζωντανά την εξέλιξη της κορύφωσης του τέλους μας, χρόνια τώρα παρακολουθούμε ζωντανά την πανηγυρική τελετή καθαίρεσης των γεννητόρων μας, μας δώσατε την δυνατότητα της επιλογής, της δημιουργικής ασυμφωνίας και σας ευχαριστούμε για αυτό, επιλέξαμε την οδό της στείρας συμφωνίας, της συγχώνευσης, νενικήκατε, ώρα να επιστρέψετε στα σπίτια σας που ήταν κάποτε δικά μας, φτάνει πια κυρίες και κύριοι, μην κουράζεστε άλλο, ήρθε η ώρα να μας αφήσετε εμάς και ν' ασχοληθείτε ολοκληρωτικά και απερίσπαστα με την θεμελίωση της νέας τάξης που οραματιστήκατε, ταπεινά περιμένουμε την νέα κατανομή των ρόλων μας και, σίγουροι να είστε, αγόγγυστα και μοιρολατρικά αναμένουμε τις εντολές σας, το αστείο που κράτησε τόσο πολύ έπαψε να είναι, η είσοδος είναι ορθάνοιχτη και τα σκυλιά λυμένα, εγώ, ο υπογράφων, ο Χρυσόστομος Κολοβός ο Δεύτερος του Ηλία και της Αναστασίας, σαφώς ομιλών μόνο για τον εαυτόν του, θα καθίσω στην ίδια εκείνη την καρέκλα που περίμενα πιο πριν να θυμηθώ πως ήταν η ζωή όταν υπήρχε.
Μάκης Κολοβός, Αθήνα 2013. -
Comments
Post a Comment