"Time the precious" |
Σε λίγο ακριβά χαμόγελα κι ευχές θα συσκευαστούν σε κόλλες γυαλιστερές, πρόσωπα χαράς μακιγιαρισμένα έντονα με σκιές στις αποχρώσεις τις ελπίδας, του ονείρου και της προσμονής, καρδιές με πεταμένα στο πάτωμα τα αποφόρια από πίκρες του χτες, καθαρές, φρεσκοπλυμένες, έτοιμες να ντυθούν ότι πιο πολύτιμο θα φέρει το αύριο εκείνο στο οποίο πιστεύουν, χείλη που ομόρφυνε το χαμόγελο γιατρεύοντας πληγές που άφησαν λέξεις που βγήκαν χωρίς να πρέπει να βγουν και άλλες, που ενώ ήθελαν να ξεπορτίσουν, διαρκώς το μετάνιωναν και γύριζαν πίσω, χείλη έτοιμα να μιλήσουν αυτή τη φορά, χέρια περιποιημένα, λεία και απαλά, για να μπορούν να αγγίξουν, να διαγράψουν αργές διαδρομές ιλιγγιωδών ερώτων. Και σκέψεις, ατελείωτες σκέψεις, φωτοβολίδες ναυαγών που είναι σίγουροι πως θα σωθούν και είναι πρόθυμοι να κολυμπήσουν, όχι για να βγουν στη στεριά μα για να πέσουν ξανά στη θάλασσα. Ναι, τα σημάδια είναι φανερά, είναι σημάδια ζωής για ότι περιμένουμε να έρθει και όχι για ότι είναι να έρθει. Γιατί αυτό που θα έρθει θα φύγει ενώ η προετοιμασία δεν τελειώνει ποτέ.
Τα λόγια των ματιών προσπαθούν να αντισταθούν στη χημεία των σωμάτων, οι λέξεις δεν αντέχουν τη σιωπή που αποκαλύπτει πόσο μεγάλη, πόσο βαριά ήταν, οι χειρονομίες αναζητούν την υπόσχεση της στιγμής και της ανάγκης να φέρει κι άλλες, τα "θέλω" κάνουν τις δικές τους διαδρομές, άλλοτε γρήγορες κι άλλοτε αργές άλλα πάντα δίχως φρένο, ισορροπία στο τεντωμένο σκοινί που δεν έχει ποτέ δίχτυ ασφαλείας, οι ανασφάλειες του ενός ικεσία στο βλέμμα του άλλου: "Μη φύγεις". Και η απάντηση, η λύτρωση: "Εδώ θα είμαι, για πάντα". Όλα μέσα σε τούτο το εδώ, μεσ' το μετέωρο το χτες, μέσα στο σήμερα σε εγρήγορση και τ' αύριο σε υποθήκη ευτυχίας. Πόσο αντέχουν τα μεγάλα; Σκέψεις "φωτιά". "Φωτιά" που αναρωτιέται πόσο γρήγορα θα δει τις στάχτες της. Υποφέρεις, πάντα βαθιά να υποφέρεις στις απρόσμενες χαρές γιατί θα τρέμεις μήπως τις χάσεις, μήπως και σταματήσουν να είναι δικές σου. Να προσπαθείς να ξορκίσεις τους φόβους σου, να αφήνεσαι, να βάζεις πέρα τους εγωισμούς σου, να κλείνεις τα μάτια και να δίνεσαι. Να δίνεσαι για να ζήσεις. Γιατί σε ποιον φτάνει απλώς και μόνο να επιβιώνει; Δεν έχεις άμυνες, η ασπίδα σου, τα όπλα σου, πεταμένα κάτω. Οι μηχανισμοί ασφαλείας νεκροί. Δεν σε νοιάζει τίποτε άλλο εκτός από το ένα, το ένα που είναι βάσανο και ευτυχία μαζί. Να κλείνεις τα μάτια κι να ονειρεύεσαι, να τα ανοίγεις και να νιώθεις πάλι πως σε ένα όνειρο χρωματισμένο ζεις. Βλέπεις ή έχεις τυφλωθεί; Όχι, δεν μπορεί να συμβαίνει το δεύτερο. Όταν τυφλώνεσαι βλέπεις μόνο σκοτάδι ενώ εσύ βλέπεις μόνο φως. Λες πως το σκοτάδι είναι η συνέπεια, η εξέλιξη, η φθορά, το τέλος. Προς το παρόν δεν σε αφορούν όλα αυτά. Χρεώνεσαι αμαρτίες που δεν σου ανήκουν, είσαι χωρίς να είσαι, γίνεσαι όλοι οι άλλοι, δεν ξέρεις τι και πως, δεν βάζεις ερωτηματικά, δεν θέλεις να ξέρεις τις απαντήσεις, λες μόνο πως δεν υπάρχει το "γιατί" και συνεχίζεις. Και τρέχεις σαν παιδί το απόγευμα σε λούνα παρκ μαγνητισμένο από τα φώτα, τα χρώματα και όλα αυτά τα περίεργα μεγάλα παιχνίδια που γυρίζουν και σε παίρνουν μαζί τους. Ανεβαίνεις, ανεβαίνεις ακόμα πιο ψηλά και από κει ρωτάς: "Έτσι είναι ο έρωτας;" Ο ίλιγγος κάνει το ερωτηματικό σου αποσιωπητικά.
Κι ύστερα είναι κάποιες στιγμές περίεργες που σε πιάνει μια κρίση, μια κρίση ειλικρίνειας, μια κρίση υστερίας για την ακρίβεια. Και ψάχνεις απαντήσεις. Τι έζησες, τι δεν έζησες, τι θες να ζήσεις. Τι έδωσες, τι πήρες αλλά και τι δεν μπόρεσες να δώσεις και να πάρεις. Κι ακόμα τι αρνήθηκες αλλά και τι ενώ το ζήτησες πολύ, το ζήτησες μάταια γιατί ποτέ δεν σου το έδωσαν οι άλλοι που θέλησες μαζί τους να το μοιραστείς. Σε τυραννά η σκέψη πως το κέρδος σου, το κέρδος της ζωής σου ήταν τόσο λίγο, πως το καλαθάκι σου δεν το γέμισες όσο θα ήθελες ή πως το γέμισες κατά καιρούς με λάθος πράγματα, πως κράτησες τα άχρηστα και πέταξες αυτά που πραγματικά είχες ανάγκη. Ξεχάστηκες, μοιράστηκες, διχάστικες, παρασύρθηκες από τα φώτα όπως άλλοι παρασύρθηκαν από τα σκοτάδια. Μίλησες περισσότερο με τα μάτια και τη σιωπή παρά με λόγια τρυφερά και αγγίγματα, δεν άντεξες και σκότωσες την "Αγάπη" από αγάπη. Λες πως την είδες και της μίλησες. Ποιος να πιστέψει τους παρανοϊκούς αυτούς αυτόχειρες που σκότωσαν ότι πιο δυνατό έζησαν στη ζωή τους; Λες πως την είδες και της μίλησες μα τελικά λες ψέματα, τίποτα δεν της είπες. Μόνο την ώρα που 'φευγε, τότε που θέλησες να την φωνάξεις, να την αρπάξεις για να μείνει, κατάφερες μόνο να ψιθυρίσεις: "Αγάπη συγνώμη, σε φοβήθηκα και με προσπέρασες." Και σε άκουσες μονάχα εσύ.
Αν οι λέξεις είχαν κάποτε δύναμη στις καρδιές των ανθρώπων, αν μπορούσαν να χτίσουν και να γκρεμίσουν σχεδόν την ίδια στιγμή, είναι η σιωπή που έχει σήμερα τη δύναμη να καταστρέψει τα πάντα μονομιάς, αυτή η εκκωφαντική κάποιες φορές σιωπή που μπορεί να ανατρέψει τον κόσμο όλο και να τον φτιάξει από την αρχή. Είναι η σιωπή που κουράστηκε από τα λόγια και ψάχνει να βρει άλλα, καινούργια. Και δεν βρίσκει γιατί έχει τόσο βάρος η καρδιά και είναι τόσο μικρά, τόσο φτωχά τα λόγια, που όσα και να βγουν, όσα και να έρθουν, δεν θα μπορέσει να ξαλαφρώσει, δεν πρόκειται να ησυχάσει. Είναι αυτή η σιωπή που δεν αντέχει τις λέξεις, τις βρίσκει αφόρητες γιατί την πλήγωσε θανάσιμα το αντίκρισμα τους. Είναι το σημάδι πως έχουν εξαντληθεί τα όρια, τα περιθώρια, οι αντοχές, είναι η σιωπή που επιμένει να μη συμβιβάζεται με τα σημεία της γλώσσας, που τηρεί με αξιοπρέπεια τους δικούς της κανόνες επικοινωνίας θυμίζοντας θυμωμένο παιδί που δεν του έδωσαν τελικά εκείνο που ζήτησε και εκδικείται. Είναι η σιωπή που φοβάται να γίνει λόγος, δεν πιστεύει σε τίποτα και δεν θέλει τίποτα μα δεν είναι ελεύθερη. Είναι σκλαβωμένη στο όνειρο, σε εκείνο που ήθελε να έχει, σε εκείνο που της υποσχέθηκαν πως θα γίνει δικό της και δεν έγινε. Τούτο το κοιμισμένο ηφαίστειο κάποια στιγμή κανένας δεν θα μπορέσει να το εμποδίσει να εκραγεί, είναι τόσα πολλά τα μαζεμένα "γιατί", τόσα πολλά τα μαζεμένα "γιατί" τα αναπάντητα. Θα ήθελες να χρησιμοποιήσεις βια μα η ανθρωπιά σου δεν σε αφήνει. Άλλωστε δεν υπάρχουν πια τζαμαρίες για να σπάσεις, παντού σίδερα, κλειδωμένα, όλα σφαλισμένα. Γι' αυτό σου λέω, άσε πια τους παλιούς παιάνες, κράτα δυνάμεις, μην κουράζεσαι, ΤΟΥΤΗ Η ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΙΩΤΙΚΗ, ΤΟΥΤΗ Η ΣΙΩΠΗΛΗ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΠΕΤΥΧΕΙ.
Μάκης Κολοβός, Αθήνα 2014
Comments
Post a Comment