Σκέψεις από ένα Κυριακάτικο διάλειμμα...
Ήμουν προ ημερών αραχτός μ' ένα θεόφτιαχτο μωράκι αγκαλίτσα στο σπιτάκι μου. Τυγχάνει δε, κληρονομίας θελούσης και εφορίας επιτρέπουσας, να δύναμαι ακόμα να διατηρώ δυο ξεχωριστά appartements στον ίδιο όροφο της πολυκατοικίας που μένω, οπότε, ακόμα κι το ένα γίνει καλοκαιρινό, το άλλο παραμένει αξιοπρεπές και εντός των ορίων της κοινωνικά ορθής φιλοξενίας (κάτι σαν την εταιρία που μου δίνει απεριόριστο χρόνο τηλεφωνημάτων προς κινητά της ιδίας, αλλά εννοεί 1500' βάσει κάποιας μονομερούς πολίτικης ορθής χρήσης ή σαν κάποια κυβέρνηση (!) που θέλει να αυτοαποκαλείται δημοκρατική, αλλά εννοεί πως ορθή πολίτικη είναι να μας εκλέγετε εσείς ν' αποφασίζουμε εμείς τι είναι καλό για σας δίχως να σας ρωτάμε, αχ, άσχετα τα τελευταία με το θέμα μου αλλά δεν μπορούσα, θα έσκαγα αν δεν τα 'βγαζα!).
Γι' αυτό λοιπόν δεν χάλασε η ζαχαρένια μου όταν δέχτηκα αιφνιδιαστική επίσκεψη από τις δυο εναπομείνασες αδερφές του σογιού μου, της θειάς μου και της μάνας μου (την επίσκεψη). Ούτως ή άλλως δουλειά δεν είχα, άνεργος είμαι και το γλυκούλι μου θα 'μενε ολη τη νύχτα, καλιτεχνάκι κι αυτό, μονίμως απολυμένο. Μετά που κουβάλησα τις σακουλές με την όλοι-μαζί-μπορούμε επισιτιστική-προς-αναξιοπαθούντες βοήθεια (μμμ, καλά θα φάμε κι αυτόν τον μήνα!) κι αφού απάντησα ενδελεχώς και με τα μάτια χαμηλά στην διπλή και καθιερωμένη ανακριτική τους επίθεση, έγειρα πίσω στην πολυθρόνα την άπλετη κορμάρα μου και με το ένα μάτι κοιτούσα το μωράκι μου κι αναρωτιόμουν τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε μετά το πέρας του διαλείμματος που δεν είχε ήδη γίνει και με το άλλο τις δυο αδελφές Τατά να φτυαρίζουν αλφαβητικά τους τόσους πολλούς που ανάθεμα κι αν ήξερα πως είχαμε στο σόι.
Και μέσα σ' αυτήν την αποχαυνωτική αναμονή, κάτι σπίθισε μέσα στο υπέροχο μυαλό μου! Θυμήθηκα προ ημερών κάτι που διάβαζα (μέσα σ' αυτόν εδώ τον χώρο) με τίτλο "Υπάρχει πιστή γυναίκα;" από την Τζίνα Δαβiλά, να 'ναι καλά το κορίτσι, πολύ καλά τα έθεσε! Περιληπτικά δίνω εδώ ένα σημείο του κείμενου της, που ολόκληρο ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ στο: http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.sex&id=27300 !
"[...] Αποτελεί τη μεγαλύτερη φοβία των ανδρών. Μήπως τους κερατώσει η γκόμενα, η σύντροφος, η γυναίκα. Εφιάλτης κανονικός. Και κοινωνικός. Παιδιόθεν. Μεγαλώνετε, αγαπημένοι μου, με τον ισόβιο τρόμο που καταργεί (νομίζετε) την ανδρική σας υπόσταση: μήπως πάει με άλλον η γυναίκα σας. Κι ας είναι η γκόμενα που έχετε μόνο για ικανοποιήσετε το σεξουαλικό σας ένστικτο. Φοβάστε μην τύχει και σας παρατήσει γι' άλλον. Ενθουσιαστεί με άλλον. Εντυπωσιαστεί από άλλον. Σκέψου, πότε τελικά κινδυνεύεις να σε παρατήσει η γυναίκα σου; Όποιας σχέσης, όποιας μορφής σχέσεως. Πότε θα λακίσει για κάποιον άλλο; Μήπως όταν της προσφέρει χρήματα; Μήπως όταν της προσφέρει κοινωνική θέση; Μήπως όταν της δώσει τρυφερότητα, στοργή, αγάπη; Μήπως όταν βρει σε κάποιον άλλο κάτι που θα την κολλήσει κοντά του; [...]".
Ως male chauvinist pig επικροτώ και επαυξάνω, αλλά και ως γυναίκα, το ίδιο πιστεύω πως θα 'κανα (δεν το ορκίζομαι όμως, δεν έχω υπάρξει ποτέ και δεν θα 'θελα να σας γελάσω). Ανεξάρτητα λοιπόν αν οι δυο αδερφές ήταν ή όχι πιστές στους άνδρες τους, άρχισα να προσπαθώ να τις κατατάξω σε κάποια από τις τέσσερις κατηγορίες του προαναφερθέντος κειμένου.
Από τη μια η θειά μου, που σαν η προτελευταία των τεσσάρων κόρη (οι δυο πρώτες τον κύριο είδαν) και η ομορφότερη, μεγάλωσε να βρει τον μπουνταλά τον θείο μου, τον κουβαλητή, το πιο καλό παιδί, τον σύζυγο, τον όλα-για-πάρτη-σου-κολόνα-του-σπιτιού-μου, τον όποιο τάχιστα βρήκε και έκτοτε ζουν μια ζωή ευτυχισμένη διότι δεν βρήκε μόνο αυτή αυτόν, βρήκε κι αυτός αυτήν και η αγάπη είναι ένα τόσο ιδιαίτερο κι υποκειμενικό πράγμα, που όταν βολεύει αμφότερους τους συμβαλλόμενους, όντως κρατάει μέχρι ο θάνατος να τους χωρίσει (σαν αυτά τα love birds που όταν πεθαίνει το ένα, σβήνει και τ΄αλλο), μόνο ένστικτο, δίχως φιλοσοφίες, "βαθιά" σκαλίσματα κι αδιέξοδους εγωισμούς. Έτσι είναι οι θειοί μου, ακατηγοριοποίητοι, μαζί από πάντα για πάντα δίχως προφανή αιτία, την βρίσκουνε τα άτομα together και μέχρι τώρα που τα γράφω, μου βγάζουμε την γλώσσα όπως και σ' όλους τους υπόλοιπους "απελευθερωμένους".
Από την άλλη η μάνα μου, η τελευταία των τεσσάρων κόρη που έπρεπε να βγει αγόρι αλλά δεν βγήκε και που μεγάλωσε ως τέτοιο αλλά δεν έγινε, παρέμεινε γυναίκα, εργαζόμενη γυναίκα, της γυάλισε ο ναύτης ο πατέρας μου όταν υπηρετούσε την πατρίδα εκεί που δούλευε αυτή, ερωτεύτηκαν τρελά, κλεφτήκανε, παντρεύτηκαν, μέλωσαν τόσο πολύ που τίποτα δεν χώραγε ανάμεσά τους, τίποτα εκτός από τη συμβατικότητα των τύπων, των στεφάνων, των πιστοποιητικών του ληξιαρχείου και της οικογενειακής μερίδας και όλα τα ανάλογα που η προσωπική τους θεώρηση και "μόρφωση" δεν τα δεχόταν με τίποτα, με αποτέλεσμα να 'ρθει πρώτα η μιζέρια σύντομα και σύντομα κι ο χωρισμός. Όχι πως το ήθελαν πραγματικά όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, σχεδόν αμέσως μετά που παρέλαβαν το διαζευκτήριο συγχωροχάρτι, ξαναέσμιξαν συγκατοικούντες πλέον κι όχι ως παντρεμένοι. Κι εκεί που άρχισαν τη δεύτερη θητεία τους ως "το ζεύγος" που τους βόλευε καλύτερα, έκανε ντου η καρδιά του daddy και σταμάτησε κι έμεινε η άλλη μέχρι τώρα που τα γράφω ερωτευμένη και ανέραστη κι ειν' η ζωή που της την βγάζει αυτής τη γλώσσα.
Έτσι, η θεία μου μοιάζει ν' ανήκει στην πρώτη και στην δεύτερη κατηγορία που έγραψε η Τζίνα Δαβiλά, όμως ταυτόχρονα υπάρχει και στην τρίτη και στην τέταρτη κατηγορία και τι να λέω τώρα, μπερδεύτηκα. Η μάνα μου απ΄την άλλη δείχνει χωμένη ως τα μπούνια στην τέταρτη κατηγορία (όντως της γ@μησε το μυαλό ο ναύτης), όμως στην πορεία πέρασε κι απ' την τρίτη, ακούμπησε και την δεύτερη κι επειδή ο άλλος ήθελε να διορθώσει τον κόσμο και δεν τα κατάφερε, έμεινε χαρούμενη μεν, να σολάρει δε.
Μια νέα κατηγορία η κάθε μια από μόνη τους ή μια σαλάτα τεσσάρων κατηγοριών με τη δοσολογία των υλικών να ποικίλλει σαν δυο καναλιών τις διπλανές εκπομπές μαγειρικής;
Με την απορία τελικά θα μείνω γιατί βλέπω δίπλα μου το μωρό να στέκει πανώριο και περήφανο στα νιάτα του, σίγουρο στη θέση του και ακλόνητο στο χώρο του να λιμάρει τα νυχάκια του και να φυσά τα τρίμματα μ' εκείνα τα κολασμένα φραουλιά χειλάκια του, που σαν τελειώσει η επίσκεψη και κλείσω τούτο το γραπτό σκοπεύω ν' απολαύσω δεόντως και να λιώσουμε στο bain-marie του έρωτα όλες τις κατηγορίες του κόσμου σε κάτι ανεξήγητο και θεϊκό! Χαιρετώ το σόι μου και κλείνω την πόρτα, χαιρετώ εσάς και κλείνω ετούτο το γραπτό, κρατώ το χέρι της καλής μου τρυφερά μεσ' το δικό μου και πάμε δίπλα στο αχούρι να συνεχίσουμε αυτά που αφήσαμε στη μέση και που δεν βλέπω τελειωμό να έχουν σήμερα. Πιστό ή μη, με τούτο το κορίτσι έχω καψούρα και με την όποια του κατηγορία και όσο είναι δίπλα μου, μ΄αυτην "ποθώ να ξεψυχήσω". Σήμερα! Δεν θα 'μαι μόνος αύριο ακόμα κι αν μ΄αφήσει, θα 'χω πάντα μαζί μου την πιο όμορφη ανάμνηση απ' όλες.
Φιλάκια τώρα, πάω δίπλα!
Masc, Αθήνα 2013. -
Ήμουν προ ημερών αραχτός μ' ένα θεόφτιαχτο μωράκι αγκαλίτσα στο σπιτάκι μου. Τυγχάνει δε, κληρονομίας θελούσης και εφορίας επιτρέπουσας, να δύναμαι ακόμα να διατηρώ δυο ξεχωριστά appartements στον ίδιο όροφο της πολυκατοικίας που μένω, οπότε, ακόμα κι το ένα γίνει καλοκαιρινό, το άλλο παραμένει αξιοπρεπές και εντός των ορίων της κοινωνικά ορθής φιλοξενίας (κάτι σαν την εταιρία που μου δίνει απεριόριστο χρόνο τηλεφωνημάτων προς κινητά της ιδίας, αλλά εννοεί 1500' βάσει κάποιας μονομερούς πολίτικης ορθής χρήσης ή σαν κάποια κυβέρνηση (!) που θέλει να αυτοαποκαλείται δημοκρατική, αλλά εννοεί πως ορθή πολίτικη είναι να μας εκλέγετε εσείς ν' αποφασίζουμε εμείς τι είναι καλό για σας δίχως να σας ρωτάμε, αχ, άσχετα τα τελευταία με το θέμα μου αλλά δεν μπορούσα, θα έσκαγα αν δεν τα 'βγαζα!).
Γι' αυτό λοιπόν δεν χάλασε η ζαχαρένια μου όταν δέχτηκα αιφνιδιαστική επίσκεψη από τις δυο εναπομείνασες αδερφές του σογιού μου, της θειάς μου και της μάνας μου (την επίσκεψη). Ούτως ή άλλως δουλειά δεν είχα, άνεργος είμαι και το γλυκούλι μου θα 'μενε ολη τη νύχτα, καλιτεχνάκι κι αυτό, μονίμως απολυμένο. Μετά που κουβάλησα τις σακουλές με την όλοι-μαζί-μπορούμε επισιτιστική-προς-αναξιοπαθούντες βοήθεια (μμμ, καλά θα φάμε κι αυτόν τον μήνα!) κι αφού απάντησα ενδελεχώς και με τα μάτια χαμηλά στην διπλή και καθιερωμένη ανακριτική τους επίθεση, έγειρα πίσω στην πολυθρόνα την άπλετη κορμάρα μου και με το ένα μάτι κοιτούσα το μωράκι μου κι αναρωτιόμουν τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε μετά το πέρας του διαλείμματος που δεν είχε ήδη γίνει και με το άλλο τις δυο αδελφές Τατά να φτυαρίζουν αλφαβητικά τους τόσους πολλούς που ανάθεμα κι αν ήξερα πως είχαμε στο σόι.
Και μέσα σ' αυτήν την αποχαυνωτική αναμονή, κάτι σπίθισε μέσα στο υπέροχο μυαλό μου! Θυμήθηκα προ ημερών κάτι που διάβαζα (μέσα σ' αυτόν εδώ τον χώρο) με τίτλο "Υπάρχει πιστή γυναίκα;" από την Τζίνα Δαβiλά, να 'ναι καλά το κορίτσι, πολύ καλά τα έθεσε! Περιληπτικά δίνω εδώ ένα σημείο του κείμενου της, που ολόκληρο ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ στο: http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.sex&id=27300 !
"[...] Αποτελεί τη μεγαλύτερη φοβία των ανδρών. Μήπως τους κερατώσει η γκόμενα, η σύντροφος, η γυναίκα. Εφιάλτης κανονικός. Και κοινωνικός. Παιδιόθεν. Μεγαλώνετε, αγαπημένοι μου, με τον ισόβιο τρόμο που καταργεί (νομίζετε) την ανδρική σας υπόσταση: μήπως πάει με άλλον η γυναίκα σας. Κι ας είναι η γκόμενα που έχετε μόνο για ικανοποιήσετε το σεξουαλικό σας ένστικτο. Φοβάστε μην τύχει και σας παρατήσει γι' άλλον. Ενθουσιαστεί με άλλον. Εντυπωσιαστεί από άλλον. Σκέψου, πότε τελικά κινδυνεύεις να σε παρατήσει η γυναίκα σου; Όποιας σχέσης, όποιας μορφής σχέσεως. Πότε θα λακίσει για κάποιον άλλο; Μήπως όταν της προσφέρει χρήματα; Μήπως όταν της προσφέρει κοινωνική θέση; Μήπως όταν της δώσει τρυφερότητα, στοργή, αγάπη; Μήπως όταν βρει σε κάποιον άλλο κάτι που θα την κολλήσει κοντά του; [...]".
Ως male chauvinist pig επικροτώ και επαυξάνω, αλλά και ως γυναίκα, το ίδιο πιστεύω πως θα 'κανα (δεν το ορκίζομαι όμως, δεν έχω υπάρξει ποτέ και δεν θα 'θελα να σας γελάσω). Ανεξάρτητα λοιπόν αν οι δυο αδερφές ήταν ή όχι πιστές στους άνδρες τους, άρχισα να προσπαθώ να τις κατατάξω σε κάποια από τις τέσσερις κατηγορίες του προαναφερθέντος κειμένου.
Από τη μια η θειά μου, που σαν η προτελευταία των τεσσάρων κόρη (οι δυο πρώτες τον κύριο είδαν) και η ομορφότερη, μεγάλωσε να βρει τον μπουνταλά τον θείο μου, τον κουβαλητή, το πιο καλό παιδί, τον σύζυγο, τον όλα-για-πάρτη-σου-κολόνα-του-σπιτιού-μου, τον όποιο τάχιστα βρήκε και έκτοτε ζουν μια ζωή ευτυχισμένη διότι δεν βρήκε μόνο αυτή αυτόν, βρήκε κι αυτός αυτήν και η αγάπη είναι ένα τόσο ιδιαίτερο κι υποκειμενικό πράγμα, που όταν βολεύει αμφότερους τους συμβαλλόμενους, όντως κρατάει μέχρι ο θάνατος να τους χωρίσει (σαν αυτά τα love birds που όταν πεθαίνει το ένα, σβήνει και τ΄αλλο), μόνο ένστικτο, δίχως φιλοσοφίες, "βαθιά" σκαλίσματα κι αδιέξοδους εγωισμούς. Έτσι είναι οι θειοί μου, ακατηγοριοποίητοι, μαζί από πάντα για πάντα δίχως προφανή αιτία, την βρίσκουνε τα άτομα together και μέχρι τώρα που τα γράφω, μου βγάζουμε την γλώσσα όπως και σ' όλους τους υπόλοιπους "απελευθερωμένους".
Από την άλλη η μάνα μου, η τελευταία των τεσσάρων κόρη που έπρεπε να βγει αγόρι αλλά δεν βγήκε και που μεγάλωσε ως τέτοιο αλλά δεν έγινε, παρέμεινε γυναίκα, εργαζόμενη γυναίκα, της γυάλισε ο ναύτης ο πατέρας μου όταν υπηρετούσε την πατρίδα εκεί που δούλευε αυτή, ερωτεύτηκαν τρελά, κλεφτήκανε, παντρεύτηκαν, μέλωσαν τόσο πολύ που τίποτα δεν χώραγε ανάμεσά τους, τίποτα εκτός από τη συμβατικότητα των τύπων, των στεφάνων, των πιστοποιητικών του ληξιαρχείου και της οικογενειακής μερίδας και όλα τα ανάλογα που η προσωπική τους θεώρηση και "μόρφωση" δεν τα δεχόταν με τίποτα, με αποτέλεσμα να 'ρθει πρώτα η μιζέρια σύντομα και σύντομα κι ο χωρισμός. Όχι πως το ήθελαν πραγματικά όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, σχεδόν αμέσως μετά που παρέλαβαν το διαζευκτήριο συγχωροχάρτι, ξαναέσμιξαν συγκατοικούντες πλέον κι όχι ως παντρεμένοι. Κι εκεί που άρχισαν τη δεύτερη θητεία τους ως "το ζεύγος" που τους βόλευε καλύτερα, έκανε ντου η καρδιά του daddy και σταμάτησε κι έμεινε η άλλη μέχρι τώρα που τα γράφω ερωτευμένη και ανέραστη κι ειν' η ζωή που της την βγάζει αυτής τη γλώσσα.
Έτσι, η θεία μου μοιάζει ν' ανήκει στην πρώτη και στην δεύτερη κατηγορία που έγραψε η Τζίνα Δαβiλά, όμως ταυτόχρονα υπάρχει και στην τρίτη και στην τέταρτη κατηγορία και τι να λέω τώρα, μπερδεύτηκα. Η μάνα μου απ΄την άλλη δείχνει χωμένη ως τα μπούνια στην τέταρτη κατηγορία (όντως της γ@μησε το μυαλό ο ναύτης), όμως στην πορεία πέρασε κι απ' την τρίτη, ακούμπησε και την δεύτερη κι επειδή ο άλλος ήθελε να διορθώσει τον κόσμο και δεν τα κατάφερε, έμεινε χαρούμενη μεν, να σολάρει δε.
Μια νέα κατηγορία η κάθε μια από μόνη τους ή μια σαλάτα τεσσάρων κατηγοριών με τη δοσολογία των υλικών να ποικίλλει σαν δυο καναλιών τις διπλανές εκπομπές μαγειρικής;
Με την απορία τελικά θα μείνω γιατί βλέπω δίπλα μου το μωρό να στέκει πανώριο και περήφανο στα νιάτα του, σίγουρο στη θέση του και ακλόνητο στο χώρο του να λιμάρει τα νυχάκια του και να φυσά τα τρίμματα μ' εκείνα τα κολασμένα φραουλιά χειλάκια του, που σαν τελειώσει η επίσκεψη και κλείσω τούτο το γραπτό σκοπεύω ν' απολαύσω δεόντως και να λιώσουμε στο bain-marie του έρωτα όλες τις κατηγορίες του κόσμου σε κάτι ανεξήγητο και θεϊκό! Χαιρετώ το σόι μου και κλείνω την πόρτα, χαιρετώ εσάς και κλείνω ετούτο το γραπτό, κρατώ το χέρι της καλής μου τρυφερά μεσ' το δικό μου και πάμε δίπλα στο αχούρι να συνεχίσουμε αυτά που αφήσαμε στη μέση και που δεν βλέπω τελειωμό να έχουν σήμερα. Πιστό ή μη, με τούτο το κορίτσι έχω καψούρα και με την όποια του κατηγορία και όσο είναι δίπλα μου, μ΄αυτην "ποθώ να ξεψυχήσω". Σήμερα! Δεν θα 'μαι μόνος αύριο ακόμα κι αν μ΄αφήσει, θα 'χω πάντα μαζί μου την πιο όμορφη ανάμνηση απ' όλες.
Φιλάκια τώρα, πάω δίπλα!
Masc, Αθήνα 2013. -
Comments
Post a Comment